Καθιστικός στα γερμανικά

Μετάφραση: καθιστικός, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
sitzend, seance, sitzung, sitzende, sitz, sesshaften, sesshaft
Καθιστικός στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καθιστικός

καθιστικόσ τρόποσ ζωήσ, καθιστικός λεξικό γλώσσας γερμανικά, καθιστικός στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • καθησύχαση στα γερμανικά - rückversicherung, Versicherung, Beruhigung, Bestätigung, Gewissheit, Beruhigungs
  • καθιερώνω στα γερμανικά - einrichten, begründen, gründen, stiften, aufbauen, heilig sprechen, kanonisieren, ...
  • καθιστώ στα γερμανικά - übersetzen, übergeben, zustellen, darstellen, bieten, zurückgeben, liefern, ...
  • καθοδήγηση στα γερμανικά - rat, orientierungshilfe, führung, lenkung, anleitung, ratschlag, beratung, ...
Τυχαίες λέξεις
Καθιστικός στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: sitzend, seance, sitzung, sitzende, sitz, sesshaften, sesshaft