Καθιστικός στα ρουμανικά

Μετάφραση: καθιστικός, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
sedentar, sedentari, sedentare, sedentară, sedentara
Καθιστικός στα ρουμανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καθιστικός

καθιστικόσ τρόποσ ζωήσ, καθιστικός λεξικό γλώσσας ρουμανικά, καθιστικός στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • καθησύχαση στα ρουμανικά - reasigurare, de reasigurare, reasigurarea, asigurare, reasigurare de
  • καθιερώνω στα ρουμανικά - stabili, canoniza, canonizeze, canoniza pe, canonizează, canonizat
  • καθιστώ στα ρουμανικά - furniza, face, facă, fac, reda, randare
  • καθοδήγηση στα ρουμανικά - sfat, îndrumare, orientare, orientări, de orientare, îndrumări
Τυχαίες λέξεις
Καθιστικός στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: sedentar, sedentari, sedentare, sedentară, sedentara