Καθιστικός στα τούρκικα

Μετάφραση: καθιστικός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yerleşik, sedanter, sedanter yaşam, sedanter bir
Καθιστικός στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καθιστικός

καθιστικόσ τρόποσ ζωήσ, καθιστικός λεξικό γλώσσας τούρκικα, καθιστικός στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • καθησύχαση στα τούρκικα - güvence, reasürans, güven verme, güvencenizdir
  • καθιερώνω στα τούρκικα - kurmak, kutsamak, canonize, azizler listesine, azizler, azizler listesine almak
  • καθιστώ στα τούρκικα - kılmak, hale, işlemek, oluşturmak, vermek
  • καθοδήγηση στα τούρκικα - nasihat, öğüt, rehberlik, rehber, kılavuz, yönlendirme, rehberliği
Τυχαίες λέξεις
Καθιστικός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: yerleşik, sedanter, sedanter yaşam, sedanter bir