Καθιστικός στα νορβηγικά

Μετάφραση: καθιστικός, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
sesjon, stillesittende, sedentary, fastboende, mye stillesittende, sittende
Καθιστικός στα νορβηγικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καθιστικός

καθιστικόσ τρόποσ ζωήσ, καθιστικός λεξικό γλώσσας νορβηγικά, καθιστικός στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • καθησύχαση στα νορβηγικά - beroligelse, forsikring, oppmuntring, tryggheten, trygghet
  • καθιερώνω στα νορβηγικά - anlegge, stifte, grunne, opprette, etablere, kanoniserte, kanon, ...
  • καθιστώ στα νορβηγικά - gjengi, gjøre, gjør, gi, yte
  • καθοδήγηση στα νορβηγικά - veiledning, råd, veiledningen, ledelse, retningslinjer
Τυχαίες λέξεις
Καθιστικός στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: sesjon, stillesittende, sedentary, fastboende, mye stillesittende, sittende