Μυωπικός στα βουλγαρικά

Μετάφραση: μυωπικός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
късоглед, недалновидно, късогледи, късогледство, миопична
Μυωπικός στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μυωπικός

μυωπικός καταρράκτης, μυωπικός αστιγματισμός σε παιδια, μυωπικός αστιγματισμός συμπτώματα, μυωπικός αστιγματισμός, μυωπικός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, μυωπικός στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • μυστρί στα βουλγαρικά - лопатка, мистрия, маламашка, шпакла, с мистрия, мистрията
  • μυτερός στα βουλγαρικά - spicate
  • μυϊκός στα βουλγαρικά - мускулест, мускулен, мускулна, мускулната, мускулно
  • μυώ στα βουλγαρικά - мио, мио-
Τυχαίες λέξεις
Μυωπικός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: късоглед, недалновидно, късогледи, късогледство, миопична