Μυωπικός στα ουγγρικά

Μετάφραση: μυωπικός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
rövidlátó, myopiás, a rövidlátó, közellátó, myopic
Μυωπικός στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μυωπικός

μυωπικός καταρράκτης, μυωπικός αστιγματισμός σε παιδια, μυωπικός αστιγματισμός συμπτώματα, μυωπικός αστιγματισμός, μυωπικός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, μυωπικός στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • μυστρί στα ουγγρικά - vakolókanál, simítóval, simító, simítót, vakolókanállal
  • μυτερός στα ουγγρικά - félreérthetetlen, spicate
  • μυϊκός στα ουγγρικά - izmos, erős, izomereje, muscular
  • μυώ στα ουγγρικά - myo, mio, A mio, a myo, mioinozitol
Τυχαίες λέξεις
Μυωπικός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: rövidlátó, myopiás, a rövidlátó, közellátó, myopic