Μυωπικός στα λευκορωσικά
Μετάφραση: μυωπικός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
блізарукіх, блізарукі, блізарукае, падслепаваты
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μυωπικός
μυωπικός καταρράκτης, μυωπικός αστιγματισμός σε παιδια, μυωπικός αστιγματισμός συμπτώματα, μυωπικός αστιγματισμός, μυωπικός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, μυωπικός στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- μυστρί στα λευκορωσικά - кельня, Мастерок, Масцярок
- μυτερός στα λευκορωσικά - Колоскову, колосковых, Колоскова
- μυϊκός στα λευκορωσικά - цягліцавы, мышачнай, мышачны, цягліцавая
- μυώ στα λευκορωσικά - Міо
Τυχαίες λέξεις
Μυωπικός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: блізарукіх, блізарукі, блізарукае, падслепаваты
Μεταφράσεις: блізарукіх, блізарукі, блізарукае, падслепаваты