Μυωπικός στα γερμανικά
Μετάφραση: μυωπικός, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
kurzsichtig, kurzsichtigen, kurzsichtige, myopischen, myopische
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μυωπικός
μυωπικός καταρράκτης, μυωπικός αστιγματισμός σε παιδια, μυωπικός αστιγματισμός συμπτώματα, μυωπικός αστιγματισμός, μυωπικός λεξικό γλώσσας γερμανικά, μυωπικός στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- μυστρί στα γερμανικά - mörtelkelle, maurerkelle, kelle, hohlspatel, traufe, Kelle, trowel, ...
- μυτερός στα γερμανικά - schneidend, gezeigt, doppelkreuz-zeichen, steil, schrill, scharf, stechend, ...
- μυϊκός στα γερμανικά - muskulös, Muskel, muskulösen, muskuläre, muskulöse
- μυώ στα γερμανικά - anfänger, gelehrte, myo, von myo, myo-
Τυχαίες λέξεις
Μυωπικός στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: kurzsichtig, kurzsichtigen, kurzsichtige, myopischen, myopische
Μεταφράσεις: kurzsichtig, kurzsichtigen, kurzsichtige, myopischen, myopische