Μυωπικός στα πολωνικά
Μετάφραση: μυωπικός, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
krótkowzroczny, krótkowzroczne, myopic, krótkowzroczna, krótkowzrocznością
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μυωπικός
μυωπικός καταρράκτης, μυωπικός αστιγματισμός σε παιδια, μυωπικός αστιγματισμός συμπτώματα, μυωπικός αστιγματισμός, μυωπικός λεξικό γλώσσας πολωνικά, μυωπικός στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- μυστρί στα πολωνικά - łopatka, kielnia, rydel, trowel, kielni, szpachli, szpachlą
- μυτερός στα πολωνικά - uszczypliwy, spiczasty, gwałtowny, krzyżyk, zaostrzony, surowy, bystry, ...
- μυϊκός στα πολωνικά - muskularny, mięśniowy, mięśni, muskularne, umięśnione
- μυώ στα πολωνικά - wdrażać, wtajemniczać, inicjowanie, zainicjować, inicjować, zapoczątkować, wszczynać, ...
Τυχαίες λέξεις
Μυωπικός στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: krótkowzroczny, krótkowzroczne, myopic, krótkowzroczna, krótkowzrocznością
Μεταφράσεις: krótkowzroczny, krótkowzroczne, myopic, krótkowzroczna, krótkowzrocznością