Μυωπικός στα εσθονικά
Μετάφραση: μυωπικός, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
lühinägelik, lühinägeliku, müoopilise, müoopiaga, Umbes arvatav
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μυωπικός
μυωπικός καταρράκτης, μυωπικός αστιγματισμός σε παιδια, μυωπικός αστιγματισμός συμπτώματα, μυωπικός αστιγματισμός, μυωπικός λεξικό γλώσσας εσθονικά, μυωπικός στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- μυστρί στα εσθονικά - kellu, aiakühvel, trowel, kelluga, pahtlilabidaga, segukammi
- μυτερός στα εσθονικά - teravatipuline, lõikav, täpselt, spicate
- μυϊκός στα εσθονικά - lihaseline, lihaste, lihaselised, lihasenergia, lihase
- μυώ στα εσθονικά - algatama, myo, müoinositooli, müo
Τυχαίες λέξεις
Μυωπικός στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: lühinägelik, lühinägeliku, müoopilise, müoopiaga, Umbes arvatav
Μεταφράσεις: lühinägelik, lühinägeliku, müoopilise, müoopiaga, Umbes arvatav