Μυωπικός στα πορτογαλικά

Μετάφραση: μυωπικός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
míope, míopes, miopia, myopic, miópica
Μυωπικός στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μυωπικός

μυωπικός καταρράκτης, μυωπικός αστιγματισμός σε παιδια, μυωπικός αστιγματισμός συμπτώματα, μυωπικός αστιγματισμός, μυωπικός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, μυωπικός στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • μυστρί στα πορτογαλικά - espátula, colher de pedreiro, trowel, talocha, colher
  • μυτερός στα πορτογαλικά - vivo, alerta, inesperado, penetrante, sagaz, íngreme, cortante, ...
  • μυϊκός στα πορτογαλικά - muscular, musculoso, musculares, muscular de
  • μυώ στα πορτογαλικά - inicial, iniciar, mio, myo, mio-, de mio
Τυχαίες λέξεις
Μυωπικός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: míope, míopes, miopia, myopic, miópica