Ρεύμα στα βουλγαρικά

Μετάφραση: ρεύμα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
ручей, залив, ток, текущ, текущата, настоящата, текущия
Ρεύμα στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ρεύμα

ρεύμα ανατροπής χαλκίδα, ρεύμα ανατροπής, ρεύμα χωρίς δεη, ρεύμα ζεύξης, ρεύμα νέων σοσιαλιστών, ρεύμα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ρεύμα στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • ρευστοποιώ στα βουλγαρικά - Liquify, филтъра Liquify
  • ρευστότητα στα βουλγαρικά - ликвидност, ликвидността, на ликвидността, на ликвидност, ликвидния
  • ρημάζω στα βουλγαρικά - опустошение, грабя, опустошават, опустошаваме, разрушение
  • ρητά στα βουλγαρικά - изрично, ясно, изрично се, изрично да, изрично е
Τυχαίες λέξεις
Ρεύμα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: ручей, залив, ток, текущ, текущата, настоящата, текущия