Ρεύμα στα σουηδικά

Μετάφραση: ρεύμα, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
nuvarande, bäck, vik, ström, aktuella, aktuell
Ρεύμα στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ρεύμα

ρεύμα ανατροπής χαλκίδα, ρεύμα ανατροπής, ρεύμα χωρίς δεη, ρεύμα ζεύξης, ρεύμα νέων σοσιαλιστών, ρεύμα λεξικό γλώσσας σουηδικά, ρεύμα στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • ρευστοποιώ στα σουηδικά - likvidera, kondensera, Gör flytande
  • ρευστότητα στα σουηδικά - likviditet, likviditets, likviditeten, likviditets-
  • ρημάζω στα σουηδικά - ödelägga, härja, härjar, kunna ödelägga, hemsöka
  • ρητά στα σουηδικά - uttryckligen, explicit, tydligt, som uttryckligen, det uttryckligen
Τυχαίες λέξεις
Ρεύμα στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: nuvarande, bäck, vik, ström, aktuella, aktuell