Ρεύμα στα εσθονικά

Μετάφραση: ρεύμα, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kulg, nüüdne, vool, jõesuue, oja, praegune, praeguse, praegust, praeguste, praegused
Ρεύμα στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ρεύμα

ρεύμα ανατροπής χαλκίδα, ρεύμα ανατροπής, ρεύμα χωρίς δεη, ρεύμα ζεύξης, ρεύμα νέων σοσιαλιστών, ρεύμα λεξικό γλώσσας εσθονικά, ρεύμα στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • ρευστοποιώ στα εσθονικά - liquify
  • ρευστότητα στα εσθονικά - likviidsus, likviidsuse, likviidsust, likviidsusele, likviidsusriski
  • ρημάζω στα εσθονικά - laastama, laastavate, laastavad, Runnella, hävitavas toimes
  • ρητά στα εσθονικά - selgesõnaliselt, otsesõnu, sõnaselgelt, selgelt, otseselt
Τυχαίες λέξεις
Ρεύμα στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: kulg, nüüdne, vool, jõesuue, oja, praegune, praeguse, praegust, praeguste, praegused