Ρεύμα στα λευκορωσικά

Μετάφραση: ρεύμα, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ток
Ρεύμα στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ρεύμα

ρεύμα ανατροπής χαλκίδα, ρεύμα ανατροπής, ρεύμα χωρίς δεη, ρεύμα ζεύξης, ρεύμα νέων σοσιαλιστών, ρεύμα λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ρεύμα στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • ρευστοποιώ στα λευκορωσικά - пластыка, пластыку, | Пластыка
  • ρευστότητα στα λευκορωσικά - ліквіднасці, ліквіднасьці
  • ρημάζω στα λευκορωσικά - спусташаць, спусташаючы, спустошыць, пустошыць
  • ρητά στα λευκορωσικά - ясна, зразумела, пагодна, ясно, Надвор'е хмарнае
Τυχαίες λέξεις
Ρεύμα στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: ток