Ρεύμα στα λιθουανικά
Μετάφραση: ρεύμα, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
upokšnis, upelis, srautas, dabartinis, dabartinė, dabartinės, srovė, srovės
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ρεύμα
ρεύμα ανατροπής χαλκίδα, ρεύμα ανατροπής, ρεύμα χωρίς δεη, ρεύμα ζεύξης, ρεύμα νέων σοσιαλιστών, ρεύμα λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ρεύμα στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- ρευστοποιώ στα λιθουανικά - liquify
- ρευστότητα στα λιθουανικά - likvidumo, likvidumas, likvidumą, likvidumui, likvidumo didinimo
- ρημάζω στα λιθουανικά - išdraskyti, suniokoti, nuniokoti, niokoti, nuniokojimas
- ρητά στα λιθουανικά - aiškiai, tiesiogiai, konkrečiai, atvirai, yra aiškiai
Τυχαίες λέξεις
Ρεύμα στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: upokšnis, upelis, srautas, dabartinis, dabartinė, dabartinės, srovė, srovės
Μεταφράσεις: upokšnis, upelis, srautas, dabartinis, dabartinė, dabartinės, srovė, srovės