Αισιόδοξος στα γαλλικά
Μετάφραση: αισιόδοξος, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
optimiste, optimistes, optimisme, d'optimisme, espoir
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αισιόδοξος
αισιόδοξος άνθρωπος, αισιόδοξος συνώνυμο, αισιόδοξος συνώνυμα, αισιόδοξος στα γαλλικά, ο αισιόδοξοσ, αισιόδοξος λεξικό γλώσσας γαλλικά, αισιόδοξος στα γαλλικά
Μεταφράσεις
- αισθητός στα γαλλικά - perceptible, sensible, apercevable, considérable, évident, important, appréciable, ...
- αισιοδοξία στα γαλλικά - optimisme, l'optimisme, d'optimisme, optimiste, un optimisme
- αισχρός στα γαλλικά - global, intégral, licencieux, malfaisant, obscène, épais, taré, ...
- αιτία στα γαλλικά - affaire, point, esprit, considération, procès, raisonner, argumenter, ...
Τυχαίες λέξεις
Αισιόδοξος στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: optimiste, optimistes, optimisme, d'optimisme, espoir
Μεταφράσεις: optimiste, optimistes, optimisme, d'optimisme, espoir