Αισιόδοξος στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: αισιόδοξος, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
оптимистичка, оптимисти, оптимист, оптимистички, оптимистичките
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αισιόδοξος
αισιόδοξος άνθρωπος, αισιόδοξος συνώνυμο, αισιόδοξος συνώνυμα, αισιόδοξος στα γαλλικά, ο αισιόδοξοσ, αισιόδοξος λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, αισιόδοξος στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- αισθητός στα σλαβομακεδονικά - воочлива, воочливи, забележливи, забележливо, видлив
- αισιοδοξία στα σλαβομακεδονικά - оптимизам, оптимизмот, оптимизам во
- αισχρός στα σλαβομακεδονικά - сластен, непристојни, порнографски
- αιτία στα σλαβομακεδονικά - причината, причина, каузата, предизвика, кауза
Τυχαίες λέξεις
Αισιόδοξος στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: оптимистичка, оптимисти, оптимист, оптимистички, оптимистичките
Μεταφράσεις: оптимистичка, оптимисти, оптимист, оптимистички, оптимистичките