Αισιόδοξος στα ρωσικά

Μετάφραση: αισιόδοξος, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
оптимистичный, оптимистический, оптимистично, оптимизм, оптимизмом, оптимистичны
Αισιόδοξος στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αισιόδοξος

αισιόδοξος άνθρωπος, αισιόδοξος συνώνυμο, αισιόδοξος συνώνυμα, αισιόδοξος στα γαλλικά, ο αισιόδοξοσ, αισιόδοξος λεξικό γλώσσας ρωσικά, αισιόδοξος στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • αισθητός στα ρωσικά - заметный, различимый, уловимый, воспринимаемый, значительный, приметный, внушительный, ...
  • αισιοδοξία στα ρωσικά - оптимизм, оптимизма, оптимизмом, оптимизм в
  • αισχρός στα ρωσικά - порочный, толстый, объемистый, похабный, пространный, гросс, норовистый, ...
  • αιτία στα ρωσικά - ум, повлечь, причин, аргументировать, причина, навлекать, обдумывать, ...
Τυχαίες λέξεις
Αισιόδοξος στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: оптимистичный, оптимистический, оптимистично, оптимизм, оптимизмом, оптимистичны