Αισιόδοξος στα εσθονικά
Μετάφραση: αισιόδοξος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
optimistlik, optimistlikud, optimistlikumad, optimistliku, optimistlikult
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αισιόδοξος
αισιόδοξος άνθρωπος, αισιόδοξος συνώνυμο, αισιόδοξος συνώνυμα, αισιόδοξος στα γαλλικά, ο αισιόδοξοσ, αισιόδοξος λεξικό γλώσσας εσθονικά, αισιόδοξος στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- αισθητός στα εσθονικά - tajutav, tajutavat, tajutava, tajutavad, tajutavaks
- αισιοδοξία στα εσθονικά - optimism, optimismi, optimismiks, optimismiga, optimistlik
- αισχρός στα εσθονικά - nilbe, tige, kõlvatu, jäme, rõve, suur, obstsöönne, ...
- αιτία στα εσθονικά - tekitama, põhjustaja, juurdlema, arutluskäik, põhjus, arutlema, põhjuseks, ...
Τυχαίες λέξεις
Αισιόδοξος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: optimistlik, optimistlikud, optimistlikumad, optimistliku, optimistlikult
Μεταφράσεις: optimistlik, optimistlikud, optimistlikumad, optimistliku, optimistlikult