Σκοτσέζος στα γαλλικά
Μετάφραση: σκοτσέζος, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
couper, écossais, déjouer, écossaise, Ecosse, d'écossais, Ecossais
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκοτσέζος
σκοτσέζος λεξικό γλώσσας γαλλικά, σκοτσέζος στα γαλλικά
Μεταφράσεις
- σκοτίζομαι στα γαλλικά - vexer, embarrasser, molester, assiéger, ennui, affliger, gêner, ...
- σκοτεινός στα γαλλικά - morne, couvrir, morose, abstrus, ténébreux, incompréhensible, clandestin, ...
- σκοτώνω στα γαλλικά - détériorer, assassinat, massacrer, homicide, égorger, étouffer, écraser, ...
- σκουντουφλώ στα γαλλικά - faute, erreur, trébuchons, trébuchement, bronchez, broncher, trébucher, ...
Τυχαίες λέξεις
Σκοτσέζος στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: couper, écossais, déjouer, écossaise, Ecosse, d'écossais, Ecossais
Μεταφράσεις: couper, écossais, déjouer, écossaise, Ecosse, d'écossais, Ecossais