Σκοτσέζος στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: σκοτσέζος, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
шкотскиот, шкотски, Шкотската, шкотските, во Шкотска
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκοτσέζος
σκοτσέζος λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, σκοτσέζος στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- σκοτίζομαι στα σλαβομακεδονικά - мачат, мачам, се мачат, мачи, пречи
- σκοτεινός στα σλαβομακεδονικά - ноќта, темно, темнината, темна, темни, темен
- σκοτώνω στα σλαβομακεδονικά - Убиј, заколи, убие, ќе убие
- σκουντουφλώ στα σλαβομακεδονικά - сопнуваат, сопне, се сопнуваат, да се сопне, се сопне
Τυχαίες λέξεις
Σκοτσέζος στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: шкотскиот, шкотски, Шкотската, шкотските, во Шкотска
Μεταφράσεις: шкотскиот, шкотски, Шкотската, шкотските, во Шкотска