Σκοτσέζος στα ουκρανικά

Μετάφραση: σκοτσέζος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
шотландці, нівечити, калічити, риса, шотландський, шотландська, Шотландский, шотландського
Σκοτσέζος στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σκοτσέζος

σκοτσέζος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, σκοτσέζος στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • σκοτίζομαι στα ουκρανικά - турбота, докучати, турбувати, турбуватися, непокоїти, турбуватимуть, турбуватиме, ...
  • σκοτεινός στα ουκρανικά - похмурий, хмурий, захований, відлюдний, неясний, примирення, темний, ...
  • σκοτώνω στα ουκρανικά - барило, фрески, вбивати, убивати
  • σκουντουφλώ στα ουκρανικά - спотикнутися, спотикання, спотикатися, помилятися, спотикатись
Τυχαίες λέξεις
Σκοτσέζος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: шотландці, нівечити, калічити, риса, шотландський, шотландська, Шотландский, шотландського