Σκοτσέζος στα ουγγρικά

Μετάφραση: σκοτσέζος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
támasztóék, skóciai, rovátka, fékpofa, bevágás, féktuskó, skót, scottish, skótzuhany, a skót
Σκοτσέζος στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σκοτσέζος

σκοτσέζος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, σκοτσέζος στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • σκοτίζομαι στα ουγγρικά - méreg, alkalmatlankodás, zavar, zavarja, zavarta, zavarásért
  • σκοτεινός στα ουγγρικά - sötét, sötétben, a sötét, fekete
  • σκοτώνω στα ουγγρικά - gyilkosság, agyonüt, megölik, Slay, öli meg, öljétek
  • σκουντουφλώ στα ουγγρικά - botlás, megbotlik, megütközés, botladozik, megbotlott
Τυχαίες λέξεις
Σκοτσέζος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: támasztóék, skóciai, rovátka, fékpofa, bevágás, féktuskó, skót, scottish, skótzuhany, a skót