Ιερόδουλη στα γερμανικά
Μετάφραση: ιερόδουλη, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
dirne, schlampe, prostituierte, prostituieren, nutte, hure, Prostituierte, Prostituierten, Dirne, Hure
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ιερόδουλη
ιερόδουλη με aids, ιερόδουλη ετυμολογία, ιερόδουλη οροθετική, ιερόδουλη λεξικό, ιερόδουλη με, ιερόδουλη λεξικό γλώσσας γερμανικά, ιερόδουλη στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- ιεροεξεταστής στα γερμανικά - untersuchungsbeamte, Inquisitor, Inquisitors, Inquisitorin
- ιεροκήρυκας στα γερμανικά - prediger, Prediger, Predigers, Priester
- ιερός στα γερμανικά - heilig, heiligen, heilige, heiliger, heiliges
- ιερότητα στα γερμανικά - heiligkeit, Heiligkeit, Sakralität, heilig, die Heiligkeit, sacredness
Τυχαίες λέξεις
Ιερόδουλη στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: dirne, schlampe, prostituierte, prostituieren, nutte, hure, Prostituierte, Prostituierten, Dirne, Hure
Μεταφράσεις: dirne, schlampe, prostituierte, prostituieren, nutte, hure, Prostituierte, Prostituierten, Dirne, Hure