Ιερόδουλη στα ρωσικά

Μετάφραση: ιερόδουλη, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
шлюха, человек, проститутка, наймит, проституировать, тёлка, проституткой, проститутки, проститутку
Ιερόδουλη στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ιερόδουλη

ιερόδουλη με aids, ιερόδουλη ετυμολογία, ιερόδουλη οροθετική, ιερόδουλη λεξικό, ιερόδουλη με, ιερόδουλη λεξικό γλώσσας ρωσικά, ιερόδουλη στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • ιεροεξεταστής στα ρωσικά - инквизитор, Inquisitor, инквизитора, инквизитором
  • ιεροκήρυκας στα ρωσικά - резонер, проповедник, проповедником, проповедника, священник
  • ιερός στα ρωσικά - святой, святыня, священный, страстной, праведный, неприкосновенный, нетронутый, ...
  • ιερότητα στα ρωσικά - святейшество, святость, святыня, священность, святости, сакральность, священности
Τυχαίες λέξεις
Ιερόδουλη στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: шлюха, человек, проститутка, наймит, проституировать, тёлка, проституткой, проститутки, проститутку