Ιερόδουλη στα λετονικά
Μετάφραση: ιερόδουλη, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
prostitūta, prostitūtu, prostitūtai
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ιερόδουλη
ιερόδουλη με aids, ιερόδουλη ετυμολογία, ιερόδουλη οροθετική, ιερόδουλη λεξικό, ιερόδουλη με, ιερόδουλη λεξικό γλώσσας λετονικά, ιερόδουλη στα λετονικά
Μεταφράσεις
- ιεροεξεταστής στα λετονικά - inkvizitors, izmeklētājs, Inquisitor
- ιεροκήρυκας στα λετονικά - sludinātājs, mācītājs, sludinātāju, sludinātājam
- ιερός στα λετονικά - svēts, svētīts, svēta, svēto, svētu, par svētu
- ιερότητα στα λετονικά - svētums, svētumu
Τυχαίες λέξεις
Ιερόδουλη στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: prostitūta, prostitūtu, prostitūtai
Μεταφράσεις: prostitūta, prostitūtu, prostitūtai