Ιερόδουλη στα ισλανδικά

Μετάφραση: ιερόδουλη, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
vændiskona, skækjuna, skækja, skækjan, líkjast skækjur
Ιερόδουλη στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ιερόδουλη

ιερόδουλη με aids, ιερόδουλη ετυμολογία, ιερόδουλη οροθετική, ιερόδουλη λεξικό, ιερόδουλη με, ιερόδουλη λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ιερόδουλη στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • ιεροεξεταστής στα ισλανδικά - Rannsóknardómari, Rannsóknardómari einn
  • ιεροκήρυκας στα ισλανδικά - prédikari, predikarinn, prédikarinn, Pd, presturinn
  • ιερός στα ισλανδικά - heilagur, heilagt, helga, heilög, heilaga, helg
  • ιερότητα στα ισλανδικά - helgi, heilagleika
Τυχαίες λέξεις
Ιερόδουλη στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: vændiskona, skækjuna, skækja, skækjan, líkjast skækjur