Λαιμαργία στα γερμανικά
Μετάφραση: λαιμαργία, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
fresserei, völlerei, Völlerei, Gefräßigkeit, gluttony, Schlemmerei, vollerblüht
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λαιμαργία
λαιμαργία ετυμολογία, ονειροκρίτης λαιμαργία, λαιμαργία στην εγκυμοσύνη, η λαιμαργία, λαιμαργία συνώνυμο, λαιμαργία λεξικό γλώσσας γερμανικά, λαιμαργία στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- λαθρεμπόριο στα γερμανικά - schmuggel, schmuggelnd, Schmuggel, Schmuggels
- λαθροκυνηγός στα γερμανικά - wilddieb, wilderer, Wilderer, Poachers, Wilderern, Wilddiebe
- λαιμός στα γερμανικά - zapfen, rachen, ausschnitt, ventilbohrungskehle, gurgel, hals, ventilkehle, ...
- λακκάκι στα γερμανικά - grübchen, Grübchen, Vertiefung, Grübchens, Vertiefungs, Dimple
Τυχαίες λέξεις
Λαιμαργία στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: fresserei, völlerei, Völlerei, Gefräßigkeit, gluttony, Schlemmerei, vollerblüht
Μεταφράσεις: fresserei, völlerei, Völlerei, Gefräßigkeit, gluttony, Schlemmerei, vollerblüht