Λαιμαργία στα λευκορωσικά
Μετάφραση: λαιμαργία, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
чрэвоугоддзе, абжорства
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λαιμαργία
λαιμαργία ετυμολογία, ονειροκρίτης λαιμαργία, λαιμαργία στην εγκυμοσύνη, η λαιμαργία, λαιμαργία συνώνυμο, λαιμαργία λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, λαιμαργία στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- λαθρεμπόριο στα λευκορωσικά - кантрабанда, кантрабандзе
- λαθροκυνηγός στα λευκορωσικά - браканьеры
- λαιμός στα λευκορωσικά - шыя, горла, горле, горло
- λακκάκι στα λευκορωσικά - ямачкі, ямачка
Τυχαίες λέξεις
Λαιμαργία στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: чрэвоугоддзе, абжорства
Μεταφράσεις: чрэвоугоддзе, абжорства