Λαιμαργία στα πορτογαλικά

Μετάφραση: λαιμαργία, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
glutonaria, gulodice, gula, a gula, a glutonaria
Λαιμαργία στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λαιμαργία

λαιμαργία ετυμολογία, ονειροκρίτης λαιμαργία, λαιμαργία στην εγκυμοσύνη, η λαιμαργία, λαιμαργία συνώνυμο, λαιμαργία λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, λαιμαργία στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • λαθρεμπόριο στα πορτογαλικά - contrabando, o contrabando, contrabando de, de contrabando, tráfico de
  • λαθροκυνηγός στα πορτογαλικά - Caçadores furtivos, Os caçadores furtivos, Poachers, Caçadores ilegais, Os Poachers
  • λαιμός στα πορτογαλικά - garganta, necessidade, electrizar, pescoço, da garganta, na garganta, a garganta
  • λακκάκι στα πορτογαλικά - covinha, ondulação, dimple, da ondulação, covinhas
Τυχαίες λέξεις
Λαιμαργία στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: glutonaria, gulodice, gula, a gula, a glutonaria