Μέτρηση στα γερμανικά

Μετάφραση: μέτρηση, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
maß, messen, vermessung, aufmass, bewertung, messung, Messung, Mess, Messungen
Μέτρηση στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μέτρηση

μέτρηση θερμοκρασίας, μέτρηση πίεσης, μέτρηση οστικής πυκνότητας, μέτρηση χρόνου, μέτρηση μεταβολισμού, μέτρηση λεξικό γλώσσας γερμανικά, μέτρηση στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • μέσος στα γερμανικά - mittel, havarie, durchschnitt, durchschnittlich, mittlere, schaden, Durchschnitt, ...
  • μέτοχος στα γερμανικά - hauptaktionär, aktieninhaber, aktionär, Gesellschafter, Anteilseigner, Aktionär, Aktionärs
  • μέτριος στα γερμανικά - mäßig, annehmbar, passierbar, mittelmäßig, mitte, agens, mildern, ...
  • μέτρο στα γερμανικά - meter, versmaß, messen, messer, norm, metrik, standard, ...
Τυχαίες λέξεις
Μέτρηση στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: maß, messen, vermessung, aufmass, bewertung, messung, Messung, Mess, Messungen