Μέτρηση στα ισπανικά
Μετάφραση: μέτρηση, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
medida, medición, de medición, la medición, medición de
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μέτρηση
μέτρηση θερμοκρασίας, μέτρηση πίεσης, μέτρηση οστικής πυκνότητας, μέτρηση χρόνου, μέτρηση μεταβολισμού, μέτρηση λεξικό γλώσσας ισπανικά, μέτρηση στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- μέσος στα ισπανικά - mediocre, promedio, medio, media, promedio de, media de
- μέτοχος στα ισπανικά - accionista, accionistas, los accionistas, accionista de, socio
- μέτριος στα ισπανικά - templar, regular, intermedio, mediano, moderar, ordinario, mediocre, ...
- μέτρο στα ισπανικά - medida, medir, contador, compás, medición, metro, medir la, ...
Τυχαίες λέξεις
Μέτρηση στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: medida, medición, de medición, la medición, medición de
Μεταφράσεις: medida, medición, de medición, la medición, medición de