Μέτρηση στα βουλγαρικά
Μετάφραση: μέτρηση, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
измерение, измерване, измерването, измерване на, за измерване, измервания
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μέτρηση
μέτρηση θερμοκρασίας, μέτρηση πίεσης, μέτρηση οστικής πυκνότητας, μέτρηση χρόνου, μέτρηση μεταβολισμού, μέτρηση λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, μέτρηση στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- μέσος στα βουλγαρικά - среден, Средната, средно, средна, средни
- μέτοχος στα βουλγαρικά - акционер, акционерите, на акционерите, акционера
- μέτριος στα βουλγαρικά - умерен, умерено, умерена, умерени, средно
- μέτρο στα βουλγαρικά - стандарт, измерване, мера, метър, мярка, измери, измерване на, ...
Τυχαίες λέξεις
Μέτρηση στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: измерение, измерване, измерването, измерване на, за измерване, измервания
Μεταφράσεις: измерение, измерване, измерването, измерване на, за измерване, измервания