Μέτρηση στα λιθουανικά
Μετάφραση: μέτρηση, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
matavimas, matavimo, matavimai, matavimų, įvertinimas
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μέτρηση
μέτρηση θερμοκρασίας, μέτρηση πίεσης, μέτρηση οστικής πυκνότητας, μέτρηση χρόνου, μέτρηση μεταβολισμού, μέτρηση λεξικό γλώσσας λιθουανικά, μέτρηση στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- μέσος στα λιθουανικά - vidutinis, vidurkis, vidutiniškai, vidutinė, vidutinės
- μέτοχος στα λιθουανικά - akcininkas, dalininkas, akcininkė, akcininkų, akcininko, akcininku
- μέτριος στα λιθουανικά - vidutinis, vidutinio sunkumo, nedidelis, vidutinio stiprumo, vidutinio sunkumo ir
- μέτρο στα λιθουανικά - standartas, metras, būti, priemonė, įvertinti, matuoti, išmatuoti, ...
Τυχαίες λέξεις
Μέτρηση στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: matavimas, matavimo, matavimai, matavimų, įvertinimas
Μεταφράσεις: matavimas, matavimo, matavimai, matavimų, įvertinimas