Πεζοπορία στα δανικά
Μετάφραση: πεζοπορία, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
gå, gang, gåtur, walk, går
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πεζοπορία
πεζοπορία στον υμηττό, πεζοπορία στην αίγινα, πεζοπορία αθήνα, πεζοπορία για παιδιά, πεζοπορία στον όλυμπο, πεζοπορία λεξικό γλώσσας δανικά, πεζοπορία στα δανικά
Μεταφράσεις
- πεζοδρόμιο στα δανικά - fortov, fortovet, sidewalk
- πεζοναύτης στα δανικά - marine, marin, hav-, havets, i havet
- πεζούλα στα δανικά - bænk, bænken, bænk med, bench, prøvebænk
- πεζούλι στα δανικά - mantel, skorpe, kappe, Mantels, kappen
Τυχαίες λέξεις
Πεζοπορία στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: gå, gang, gåtur, walk, går
Μεταφράσεις: gå, gang, gåtur, walk, går