Πεζοπορία στα ισπανικά
Μετάφραση: πεζοπορία, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
caminar, andar, pasear, camine, caminar a
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πεζοπορία
πεζοπορία στον υμηττό, πεζοπορία στην αίγινα, πεζοπορία αθήνα, πεζοπορία για παιδιά, πεζοπορία στον όλυμπο, πεζοπορία λεξικό γλώσσας ισπανικά, πεζοπορία στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- πεζοδρόμιο στα ισπανικά - acera, banqueta, pavimento, la acera, vereda, aceras
- πεζοναύτης στα ισπανικά - marítimo, marino, marina, marinos, marinas
- πεζούλα στα ισπανικά - antepecho, parapeto, banco, banco de, banca, banquillo, el banco
- πεζούλι στα ισπανικά - umbral, repisa, mantel, chimenea, manto, repisa de
Τυχαίες λέξεις
Πεζοπορία στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: caminar, andar, pasear, camine, caminar a
Μεταφράσεις: caminar, andar, pasear, camine, caminar a