Πεζοπορία στα λιθουανικά

Μετάφραση: πεζοπορία, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
vaikščioti, pėsčiomis, eiti, nueiti, pasivaikščioti
Πεζοπορία στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πεζοπορία

πεζοπορία στον υμηττό, πεζοπορία στην αίγινα, πεζοπορία αθήνα, πεζοπορία για παιδιά, πεζοπορία στον όλυμπο, πεζοπορία λεξικό γλώσσας λιθουανικά, πεζοπορία στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • πεζοδρόμιο στα λιθουανικά - šaligatvis, grindinys, šaligatvio, sidewalk, šaligatviu, potykacz
  • πεζοναύτης στα λιθουανικά - jūrų, Marine, jūros, jūrinis, jūrinių
  • πεζούλα στα λιθουανικά - suolas, stendo, stende, suoliukas, bench
  • πεζούλι στα λιθουανικά - apsiautalas, Gzyms kominka, mantel, židinio, mantija
Τυχαίες λέξεις
Πεζοπορία στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: vaikščioti, pėsčiomis, eiti, nueiti, pasivaikščioti