Πεζοπορία στα ισλανδικά
Μετάφραση: πεζοπορία, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ganga, að ganga, ganga í, gengið, gengur
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πεζοπορία
πεζοπορία στον υμηττό, πεζοπορία στην αίγινα, πεζοπορία αθήνα, πεζοπορία για παιδιά, πεζοπορία στον όλυμπο, πεζοπορία λεξικό γλώσσας ισλανδικά, πεζοπορία στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- πεζοδρόμιο στα ισλανδικά - gangstétt, fortó, stéttina, gangstéttinni
- πεζοναύτης στα ισλανδικά - sjávar, Marine, sjávarafurða, sjó, í sjó
- πεζούλα στα ισλανδικά - bekkur, bekknum, Strákarnir á bekknum
- πεζούλι στα ισλανδικά - Mantel, Arinumgerð
Τυχαίες λέξεις
Πεζοπορία στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: ganga, að ganga, ganga í, gengið, gengur
Μεταφράσεις: ganga, að ganga, ganga í, gengið, gengur