Πεζοπορία στα ουκρανικά

Μετάφραση: πεζοπορία, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
ходити, міста, ходитимуть, ходитиме
Πεζοπορία στα ουκρανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πεζοπορία

πεζοπορία στον υμηττό, πεζοπορία στην αίγινα, πεζοπορία αθήνα, πεζοπορία για παιδιά, πεζοπορία στον όλυμπο, πεζοπορία λεξικό γλώσσας ουκρανικά, πεζοπορία στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • πεζοδρόμιο στα ουκρανικά - долівка, долівку, хідник, тротуар, піл, підлога, полом, ...
  • πεζοναύτης στα ουκρανικά - маринади, морський, морської, морській, морською, морського
  • πεζούλα στα ουκρανικά - бильце, поруччя, парапет, бильця, перила, поручні, лава, ...
  • πεζούλι στα ουκρανικά - підвіконня, поріг, камінна, коминкова, Установлення коминкова, каминная
Τυχαίες λέξεις
Πεζοπορία στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: ходити, міста, ходитимуть, ходитиме