Πεζοπορία στα ρωσικά
Μετάφραση: πεζοπορία, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
экскурсия, поход, турпоход, ходить, ходьбы, идти, пешком, гулять
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πεζοπορία
πεζοπορία στον υμηττό, πεζοπορία στην αίγινα, πεζοπορία αθήνα, πεζοπορία για παιδιά, πεζοπορία στον όλυμπο, πεζοπορία λεξικό γλώσσας ρωσικά, πεζοπορία στα ρωσικά
Μεταφράσεις
- πεζοδρόμιο στα ρωσικά - промывание, мостовая, тротуар, пол, панель, тротуаре, тротуара, ...
- πεζοναύτης στα ρωσικά - морской, флот, Лодка, морских, Marine, морские
- πεζούλα στα ρωσικά - имущество, бруствер, парапет, скамья, скамейка, скамейке, скамейки, ...
- πεζούλι στα ρωσικά - подоконник, си, лежень, порог, каминная доска, каминная полка, кожух, ...
Τυχαίες λέξεις
Πεζοπορία στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: экскурсия, поход, турпоход, ходить, ходьбы, идти, пешком, гулять
Μεταφράσεις: экскурсия, поход, турпоход, ходить, ходьбы, идти, пешком, гулять