Βανίλια στα εσθονικά
Μετάφραση: βανίλια, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
vanill, tavaline, vanilli, vanilje, vanilla, vanillist
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βανίλια
βανίλια σοκολάτα, βανίλια φυσική, βανίλια φρούτο θερμίδες, βανίλια σκόνη, βανίλια κανέλα, βανίλια λεξικό γλώσσας εσθονικά, βανίλια στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- βαμβακερό στα εσθονικά - vatt, puuvill, puuvillane, puuvilla, puuvillast, puuvillased
- βαμβακερός στα εσθονικά - puuvill, vatt, puuvilla, puuvillane, Puuvillahindade, puuvillast, puuvillal
- βανδαλισμός στα εσθονικά - vandalism, vandalismi, vandalismist, vandalismiga, vandalismi tõttu
- βαρέλι στα εσθονικά - barrel, püssitoru, tünn, vaat, barreli, barreli eest, barrelist, ...
Τυχαίες λέξεις
Βανίλια στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: vanill, tavaline, vanilli, vanilje, vanilla, vanillist
Μεταφράσεις: vanill, tavaline, vanilli, vanilje, vanilla, vanillist