Βανίλια στα ισπανικά
Μετάφραση: βανίλια, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
vainilla, de vainilla, la vainilla, vanilla, de la vainilla
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βανίλια
βανίλια σοκολάτα, βανίλια φυσική, βανίλια φρούτο θερμίδες, βανίλια σκόνη, βανίλια κανέλα, βανίλια λεξικό γλώσσας ισπανικά, βανίλια στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- βαμβακερό στα ισπανικά - algodón, de algodón, del algodón, el algodón, algodón de
- βαμβακερός στα ισπανικά - algodón, en el algodón, de algodón, del algodón, el algodón
- βανδαλισμός στα ισπανικά - vandalismo, el vandalismo, actos de vandalismo, actos vandálicos, de vandalismo
- βαρέλι στα ισπανικά - cuba, pipa, barril, cañón, tonel, el barril, barril de, ...
Τυχαίες λέξεις
Βανίλια στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: vainilla, de vainilla, la vainilla, vanilla, de la vainilla
Μεταφράσεις: vainilla, de vainilla, la vainilla, vanilla, de la vainilla