Βανίλια στα ουγγρικά
Μετάφραση: βανίλια, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
vanília, vaníliás, vanilla, a vanília, vaníliával
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βανίλια
βανίλια σοκολάτα, βανίλια φυσική, βανίλια φρούτο θερμίδες, βανίλια σκόνη, βανίλια κανέλα, βανίλια λεξικό γλώσσας ουγγρικά, βανίλια στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- βαμβακερό στα ουγγρικά - gyapot, vatta, pamut, pamutból, gyapotra, gyapotot
- βαμβακερός στα ουγγρικά - gyapot, vatta, pamut, a gyapot, gyapotföldek, a pamutárak
- βανδαλισμός στα ουγγρικά - vandalizmus, rongálás, a vandalizmus, vandál, vandalizmust
- βαρέλι στα ουγγρικά - üzletkör, szivattyúkamra, hüvely, hordó, hordóba, henger, hordónkénti, ...
Τυχαίες λέξεις
Βανίλια στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: vanília, vaníliás, vanilla, a vanília, vaníliával
Μεταφράσεις: vanília, vaníliás, vanilla, a vanília, vaníliával