Βανίλια στα πορτογαλικά
Μετάφραση: βανίλια, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
baunilha, de baunilha, vanilla, da baunilha, a baunilha
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βανίλια
βανίλια σοκολάτα, βανίλια φυσική, βανίλια φρούτο θερμίδες, βανίλια σκόνη, βανίλια κανέλα, βανίλια λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, βανίλια στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- βαμβακερό στα πορτογαλικά - algodão, de algodão, do algodão, o algodão, algodoeiro
- βαμβακερός στα πορτογαλικά - algodão, em, no, na, de, nos
- βανδαλισμός στα πορτογαλικά - vandalismo, vandalism, o vandalismo, de vandalismo, vandalismos
- βαρέλι στα πορτογαλικά - casco, barrica, barril, pipa, tambor, cano, cilindro, ...
Τυχαίες λέξεις
Βανίλια στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: baunilha, de baunilha, vanilla, da baunilha, a baunilha
Μεταφράσεις: baunilha, de baunilha, vanilla, da baunilha, a baunilha