Βανίλια στα ρουμανικά
Μετάφραση: βανίλια, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
vanilie, de vanilie, vanilat, vaniliei, vanilia
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βανίλια
βανίλια σοκολάτα, βανίλια φυσική, βανίλια φρούτο θερμίδες, βανίλια σκόνη, βανίλια κανέλα, βανίλια λεξικό γλώσσας ρουμανικά, βανίλια στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- βαμβακερό στα ρουμανικά - bumbac, de bumbac, din bumbac, bumbacului, bumbacul
- βαμβακερός στα ρουμανικά - bumbac, în, in, la, din, într
- βανδαλισμός στα ρουμανικά - vandalism, vandalismului, de vandalism, acte de vandalism, vandalismul
- βαρέλι στα ρουμανικά - butoi, baril, cilindru, barrel
Τυχαίες λέξεις
Βανίλια στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: vanilie, de vanilie, vanilat, vaniliei, vanilia
Μεταφράσεις: vanilie, de vanilie, vanilat, vaniliei, vanilia