Ευκατάστατος στα εσθονικά

Μετάφραση: ευκατάστατος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
omandimaks, heal järjel, hästi välja, jõukate, jõukad
Ευκατάστατος στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ευκατάστατος

ευκατάστατος συνώνυμο, ευκατάστατος λεξικό γλώσσας εσθονικά, ευκατάστατος στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • ευκαιρία στα εσθονικά - juhuslik, juhtuma, võimalus, võimaluse, võimalust, võimalik, võimalusi
  • ευκαμψία στα εσθονικά - paindlikkus, paindlikkust, paindlikkuse, paindlikkusinstrumendi
  • ευκολία στα εσθονικά - hõlpsus, abivahend, tualettruum, kergendama, leevendada, lihtsustada, kergendada, ...
  • ευκολόπιστος στα εσθονικά - kergeusklik, efkolopistos
Τυχαίες λέξεις
Ευκατάστατος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: omandimaks, heal järjel, hästi välja, jõukate, jõukad