Ευκατάστατος στα σλοβενικά

Μετάφραση: ευκατάστατος, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
bogat, dobro, tudi, ter, in, naredil
Ευκατάστατος στα σλοβενικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ευκατάστατος

ευκατάστατος συνώνυμο, ευκατάστατος λεξικό γλώσσας σλοβενικά, ευκατάστατος στα σλοβενικά

Μεταφράσεις

  • ευκαιρία στα σλοβενικά - priložnost, možnost, náhoda, priložnosti, možnosti
  • ευκαμψία στα σλοβενικά - prožnost, prilagodljivost, fleksibilnost, prilagodljivosti, fleksibilnosti
  • ευκολία στα σλοβενικά - možnost, enostavnost, olajšati, olajša, olajšalo, lajšanje
  • ευκολόπιστος στα σλοβενικά - efkolopistos
Τυχαίες λέξεις
Ευκατάστατος στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: bogat, dobro, tudi, ter, in, naredil