Ευκατάστατος στα ουκρανικά

Μετάφραση: ευκατάστατος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
багатства, а, і
Ευκατάστατος στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ευκατάστατος

ευκατάστατος συνώνυμο, ευκατάστατος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ευκατάστατος στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • ευκαιρία στα ουκρανικά - шанс, нагода, можливість, змогу
  • ευκαμψία στα ουκρανικά - гнучкість, гнучкості
  • ευκολία στα ουκρανικά - змоги, можливості, поступливість, спромоги, легкість
  • ευκολόπιστος στα ουκρανικά - легковірний, efkolopistos
Τυχαίες λέξεις
Ευκατάστατος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: багатства, а, і