Ευκατάστατος στα τούρκικα
Μετάφραση: ευκατάστατος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
de kapalı, oldukça iyi şartlarda, iyi şartlarda, durumu iyi
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευκατάστατος
ευκατάστατος συνώνυμο, ευκατάστατος λεξικό γλώσσας τούρκικα, ευκατάστατος στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- ευκαιρία στα τούρκικα - olasılık, fırsat, ihtimal, şans, bir fırsat, fırsatı, fırsattır, ...
- ευκαμψία στα τούρκικα - esneklik, esnekliği, esnek, esnekliğin
- ευκολία στα τούρκικα - tesisat, kolaylaştırmak, kolaylığı, hafifletmek, kolaylık, kolaylaştıracak
- ευκολόπιστος στα τούρκικα - efkolopistos
Τυχαίες λέξεις
Ευκατάστατος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: de kapalı, oldukça iyi şartlarda, iyi şartlarda, durumu iyi
Μεταφράσεις: de kapalı, oldukça iyi şartlarda, iyi şartlarda, durumu iyi